Οὐδὲν γυναικὸς χεῖρον οὐδὲ τῆς καλῆς → Nil muliere peius est, pulchra quoque → Das Schlimmste ist, selbst wenn sie schön ist, eine Frau
Full diacritics: συναναλύω | Medium diacritics: συναναλύω | Low diacritics: συναναλύω | Capitals: ΣΥΝΑΝΑΛΥΩ |
Transliteration A: synanalýō | Transliteration B: synanalyō | Transliteration C: synanalyo | Beta Code: sunanalu/w |
Elean συναλλύω, in Med.,
A remit a debt, Schwyzer 418.7 (v B.C.).
και ηλειακ. τ. συναλλύω Α
χαρίζω οφειλή, διαγράφω χρέος.
και ηλειακ. τ. συναλλύω Α
χαρίζω οφειλή, διαγράφω χρέος.