ἐναποσκηπτικός

From LSJ
Revision as of 07:08, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (11)

κόσμος σκηνή, ὁ βίος πάροδος· ἦλθες, εἶδες, ἀπῆλθες → The world is a stage, life is your entrance: you came, you saw, you departed (Democritus fr. 115 D-K)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐναποσκηπτικός Medium diacritics: ἐναποσκηπτικός Low diacritics: εναποσκηπτικός Capitals: ΕΝΑΠΟΣΚΗΠΤΙΚΟΣ
Transliteration A: enaposkēptikós Transliteration B: enaposkēptikos Transliteration C: enaposkiptikos Beta Code: e)naposkhptiko/s

English (LSJ)

ή, όν,

   A supervening, [πυρετός] Cass.Pr.15.

Greek (Liddell-Scott)

ἐναποσκηπτικός: -ή, -όν, ὁ ἐμπίπτων, ὁρμητικός, σφοδρός, Κασσ. Προβλ. 15.

Spanish (DGE)

-ή, -όν
medic. que sobreviene, incidente de la fiebre op. ἀναξηραντικός Cass.Pr.15.

Greek Monolingual

ἐναποσκηπτικός, -ή, -όν (Α)
αυτός που ενσκήπτει, που εισβάλλει βίαια, που επέρχεται ορμητικά.