ἀμπελομιξία

Revision as of 06:36, 31 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (1)

English (LSJ)

ἡ,

   A intercourse with vines, Luc.VH1.9.

German (Pape)

[Seite 129] ἡ, Begattung mit Weinstöcken, Luc. V. H. 1, 9.

Greek (Liddell-Scott)

ἀμπελομιξία: ἡ, μῖξις μετ’ ἀμπέλου ἢ μεταμόρφωσις εἰς ἄμπελον, Λουκ. Ἀλ. Ἱστ. Α. 9.

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
mélange de plants de vigne à d’autres cultures.
Étymologie: ἄμπελος, μίγνυμι.

Spanish (DGE)

-ας, ἡ unión sexual con vides Luc.VH 1.9.

Greek Monolingual

ἀμπελομιξία, η (Α)
ανάμιξη κλημάτων, ενοφθαλμισμός, κέντρωμα τών κλημάτων του αμπελιού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἄμπελος + -μιξία < μίξις < μείγνυμι].

Russian (Dvoretsky)

ἀμπελομιξία: ἡ сплетение или скрещение с виноградными лозами Luc.