Τισιφόνη

From LSJ
Revision as of 21:45, 7 July 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b class="b3">(\w+)<\/b>" to "$1")

ἐφ' ἁρμαμαξῶν μαλθακῶς κατακείμενοι → reclining softly on litters, reclining luxuriously in covered carriages

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Τῑσῐφόνη Medium diacritics: Τισιφόνη Low diacritics: Τισιφόνη Capitals: ΤΙΣΙΦΟΝΗ
Transliteration A: Tisiphónē Transliteration B: Tisiphonē Transliteration C: Tisifoni Beta Code: *tisifo/nh

English (LSJ)

ἡ, (τίνω, φόνος)

   A Tisiphone, the Avenger of blood, one of the Erinyes, Orph.H.69.2, A.968, Apollod.1.1.4.    2 daughter of Alcmeonand Manto, E.ap.Apollod.3.7.7 (NauckTGFp.380). (Τεισιφόνη shd. prob. be read.)

Greek (Liddell-Scott)

Τῑσῐφόνη: ἡ, ἡ ἐκδικήτρια τῶν φόνων, μία τῶν Ἐρινύων, Ὀρφ. Ὕμν. 682, Ἀργ. 966.

French (Bailly abrégé)

ης (ἡ) :
Tisiphonè, l’une des trois Furies, vengeresses du meurtre.
Étymologie: τίω, φόνος.

Greek Monolingual

ἡ, Α
μία από τις ερινύες, η εκδικήτρια τών φόνων («ἐκ δὲ τῶν σταλαγμῶν τοῦ ῥέοντος αἵματος ἐρινύες ἐγένοντο, Ἀληκτώ, Τισιφόνη, Μέγαιρα», Απολλόδ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < τίνω / τίσις «εκδίκηση» + -φόνη (< φόνος < θείνω «χτυπώ»)].

Russian (Dvoretsky)

Τῑσῑφόνη: ἡ Тисифона, «Мстительница за убийство» (старшая из трех Эриний-Эвменид) Plut., Luc.