μελαγγραφής

From LSJ
Revision as of 09:25, 8 July 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b class="b3">(\w+)<\/b>" to "$1")

Πενία δ' ἄτιμον καὶ τὸν εὐγενῆ ποιεῖ → Pauper inhonorus, genere sit clarus licet → Die Armut nimmt selbst dem, der edel ist, die Ehr'

Menander, Monostichoi, 455
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μελαγγρᾰφής Medium diacritics: μελαγγραφής Low diacritics: μελαγγραφής Capitals: ΜΕΛΑΓΓΡΑΦΗΣ
Transliteration A: melangraphḗs Transliteration B: melangraphēs Transliteration C: melaggrafis Beta Code: melaggrafh/s

English (LSJ)

ές,

   A marked with black, διφθέραι prob. for μελεγγρ- in E.Fr.627.

Greek (Liddell-Scott)

μελαγγρᾰφής: -ές, ὁ μὲ μέλαν χρῶμα γεγραμμένος, διφθέραι Εὐρ. Ἀποσπ. 629.

Greek Monolingual

μελαγγραφής, -ές (Α)
γραμμένος με μαύρο χρώμα («διφθέραι μελαγγραφείς», Ευ p.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < μέλας, -ανος + -γραφής (< γραφή), πρβλ. αρτι-γραφής, χρυσο-γραφής].

Russian (Dvoretsky)

μελαγγραφής: покрытый черными узорами (διφθέραι Eur.).