μετακομιδή

From LSJ
Revision as of 19:17, 29 June 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+), ([\w]+)<\/b>" to "$1, $2")

τὸ ἐγδοχῖον τοῦ ὕδατος καὶ τὰ ἐν τῆι πόλει ὑδραγώγια → the water reservoir and the conduits in the city (or on the acropolis)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μετακομῐδή Medium diacritics: μετακομιδή Low diacritics: μετακομιδή Capitals: ΜΕΤΑΚΟΜΙΔΗ
Transliteration A: metakomidḗ Transliteration B: metakomidē Transliteration C: metakomidi Beta Code: metakomidh/

English (LSJ)

ἡ,

   A transporting, conveying, Gloss.: pl., Gal.18(2).503.

German (Pape)

[Seite 148] ἡ, das Weg- u. Anderswohinschaffen, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

μετακομῐδή: ἡ, μετακόμισις, μετάθεσις, μεταφορά, Ἀθαν. 1, 265Α, κλ.

Greek Monolingual

η (ΑM μετακομιδή) μετακομίζω
μετακόμιση, μεταφορά
νεοελλ.
η μεταφορά λειψάνου ή οστών ανθρώπου από τον τάφο του σε άλλο μέρος μετά την πάροδο τριετίας από τον ενταφιασμό.