σοί
From LSJ
πρῶτον μὲν οὖν ὄστρεια παρὰ Νηρεῖ τινι ἰδὼν γέροντι φυκί ἠμφιεσμένα ἔλαβον ἐχίνους τ' ἐστὶ γὰρ προοίμιον δείπνου χαριέντως ταῦτα πεπρυτανευμένου → So first I spotted oysters wrapped in seaweed at the shop of some old Nereus, and sea urchins, which I bought; these were the appetizers for a delightfully managed dinner
English (LSJ)
A v. σύ. σοιδηύδεις· βάκχαι . ., Hsch. σοίθης· ψίθυρος, ἀλαζών, διάβολος, Id. σοίκιδες· κώνωπες, Id. σοῖο, Ion.gen. of σός, σόν.
Greek (Liddell-Scott)
σοί: ἴδε σύ.
French (Bailly abrégé)
English (Strong)
dative case of σύ; to thee: thee, thine own, thou, thy.
Greek Monotonic
σοί: και εγκλιτ. σοι, δοτ. του σύ.
Russian (Dvoretsky)
σοί: (тж. энкл.) dat. к σύ.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
σοί ook enclit. σοι, dat. sing. van σύ.