φύρμα
From LSJ
τὸ γὰρ εὖ πράττειν παρὰ τὴν ἀξίαν ἀφορμὴ τοῦ κακῶς φρονεῖν τοῖς ἀνοήτοις γίγνεται → undeserved success engenders folly in unbalanced minds
τὸ γὰρ εὖ πράττειν παρὰ τὴν ἀξίαν ἀφορμὴ τοῦ κακῶς φρονεῖν τοῖς ἀνοήτοις γίγνεται → undeserved success engenders folly in unbalanced minds
Full diacritics: φύρμα | Medium diacritics: φύρμα | Low diacritics: φύρμα | Capitals: ΦΥΡΜΑ |
Transliteration A: phýrma | Transliteration B: phyrma | Transliteration C: fyrma | Beta Code: fu/rma |
ατος, τό,
A mixture, dung, filth, Nic.Al.485 (pl.), Th.723.
[Seite 1316] τό, Gemengsel, Schmutz, Auswurf, Unreinigkeit, Nic. Al. 485 Th. 723.
φύρμα: τό, μῖγμα, κόπρος, ῥύπος, βόρβορος, Νικ. Ἀλ. 485, πρβλ. Θηρ. 723.
τὸ, Α φύρω
μίγμα από άχρηστα υλικά, σκουπίδια, βρομιές.