παρατρυγάω
From LSJ
ἑτέρως ἠδύνατο βέλτιον ἢ ὡς νῦν ἔχει κατεσκευάσθαι → otherwise they could have been constructed better than they are now (Galen, On the use of parts of the body 4.143.1 Kühn)
English (LSJ)
A pluck grapes, Aristaenet.1.3 : metaph., of love, ὀμφακίζῃ παρατρυγῶν παιδισκάριον ἄωρον Id.2.7.
German (Pape)
[Seite 504] nebenbei oder verstohlener Weise Trauben abpflücken, ablesen, übtr., Σικελὸς ὀμφακί. ζει παρατρυγῶν παιδισκάριον καὶ τοῦ φιλήματος ἀμαθές, Aristaen. 2, 7.
Greek (Liddell-Scott)
παρατρῠγάω: τρυγῶ πρὸ τῆς ὥρας, τρυγῶ ἄωρα σταφύλια, ἐντεῦθεν μεταφορ., ὡς τὸ ὀμφακίζομαι, ἐπὶ λαθραίου ἔρωτος, Σικελὸς ὀμφακίζεται Πεδοκλῆς παρατρυγῶν παιδισκάριον καὶ τοῦ φιλήματος ἀμαθὲς Ἀρισταίν. 2. 7.