σύντευξις
From LSJ
Ἐς δὲ τὰ ἔσχατα νουσήματα αἱ ἔσχαται θεραπεῖαι ἐς ἀκριβείην, κράτισται → For extreme diseases, extreme methods of cure, as to restriction, are most suitable.
English (LSJ)
εως, ἡ, (συντυγχάνω) A coincidence, M.Ant.3.11, Phot.
German (Pape)
[Seite 1035] εως, ἡ, wie συντυχία, das Zusammentreffen, die Unterredung, Suid.
Greek (Liddell-Scott)
σύντευξις: ἡ, (συντυγχάνω) συντυχία, τὴν τοιαύτην σύντευξιν καὶ τύχην Μᾶρκ. Ἀντωνῖν. 3. 11, Φώτ. ἐν λέξ.
Greek Monolingual
-εύξεως, ἡ, Α συντυγχάνω
τυχαία συνάντηση.