ταβέλλα
From LSJ
Ἔοικα γοῦν τούτου γε σμικρῷ τινι αὐτῷ τούτῳ σοφώτερος εἶναι, ὅτι ἃ μὴ οἶδα οὐδὲ οἴομαι εἰδέναι → I seem, then, in just this little thing to be wiser than this man at any rate, that what I do not know I do not think I know either
English (LSJ)
ἡ, A writing tablet, note, PHamb.29.23 (i A.D.), POxy.273.7 (i A.D.); τ. ἐλευθερώσεως manumission-letter, Sammelb.5217.16 (ii A.D.), cf. BGU388i 11, 16 (ii/iii A.D.).
Greek Monolingual
ἡ, Α
1. πινακίδα γραφής
2. φρ. «ταβέλλα ἐλευθερώσεως» — γράμμα για την απελευθέρωση δούλου πάπ..
[ΕΤΥΜΟΛ. < λατ. tabella «πινακίδα»].