τεκνοδαίτης

From LSJ
Revision as of 08:40, 12 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")

Βέλτιστε, μὴ τὸ κέρδος ἐν πᾶσι σκόπει → Amice, ubique lucra sectari cave → Mein bester Freund, sieh nicht in allem auf Profit

Menander, Monostichoi, 59
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τεκνοδαίτης Medium diacritics: τεκνοδαίτης Low diacritics: τεκνοδαίτης Capitals: ΤΕΚΝΟΔΑΙΤΗΣ
Transliteration A: teknodaítēs Transliteration B: teknodaitēs Transliteration C: teknodaitis Beta Code: teknodai/ths

English (LSJ)

ου, ὁ, (δαίω (Β) , δαίνυμι)    A devouring his children, Orac. ap.Paus.8.42.6.

German (Pape)

[Seite 1082] ὁ, der seine Kinder verzehrt, Or. bei Paus. 8, 42, 6.

Greek (Liddell-Scott)

τεκνοδαίτης: -ου, ὁ, (δαίω Β, δαίνυμι) ὁ καταβιβρώσκων τὰ τέκνα του, Χρησμ. παρὰ Παυσ. 8, 42, 6.

Greek Monolingual

ὁ, Α
αυτός που τρώει τα παιδιά του.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τέκνον + -δαίτης (< δαίτης < δαίομαι «μοιράζω, τρώω»), πρβλ. ξενο-δαίτης].