ἀντιληπτέον

From LSJ
Revision as of 14:10, 12 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")

κρείσσων ἐναρχόμενος βοηθῶν καρδίᾳ τοῦ ἐπαγγελλομένου καὶ εἰς ἐλπίδα ἄγοντος· δένδρον γὰρ ζωῆς ἐπιθυμία ἀγαθή (Proverbs 13.12 LXX) → One who sincerely sets about helping is better than one who makes promises leading to hope; for a kindly urge is a tree of life.

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀντιληπτέον Medium diacritics: ἀντιληπτέον Low diacritics: αντιληπτέον Capitals: ΑΝΤΙΛΗΠΤΕΟΝ
Transliteration A: antilēptéon Transliteration B: antilēpteon Transliteration C: antilipteon Beta Code: a)ntilhpte/on

English (LSJ)

   A one must take part in a matter: abs., Ar Pax485; τῶν πραγμάτων αὐτοῖς ἀ. D.1.2, cf. 14.    II one must hold back, ἀ. τοῦ ἵππου τῷ χαλινῷ X.Eq.8.8.    III Adj. ἀντι-ληπτέος, α, ον, ὁ λόγος Plu.Nob.3.

Greek (Liddell-Scott)

ἀντιληπτέον: ῥημ. ἐπίθ., πρέπει τις νὰ λάβῃ μέρος ἔν τινι ὑποθέσει, Ἀριστοφ. Εἰρ. 485· τῶν πραγμάτων αὑτοῖς ἀντ. Δημ. 9. 13, πρβλ. 13.15. ΙΙ. ἴδε ἀντιλαμβάνω ΙΙΙ.

Spanish (DGE)

1 abs. hay que ponerse a la obra, esforzarse Ar.Pax 485.
2 hay que hacerse cargo, tomar sobre sí τῶν πραγμάτων ... αὐτοῖς ἀ. D.1.2, cf. 14, τῆς ὑπομονῆς καὶ τῆς ἐλπίδος Mac.Aeg.M.34.945B.
3 hay que sujetar τοῦ ἵππου ἀ. τῷ χαλινῷ X.Eq.8.8.

Greek Monotonic

ἀντιληπτέον: ρημ. επίθ. του ἀντιλαμβάνω, αυτό που πρέπει να ληφθεί υπόψιν σε μια συζήτηση ή κατάσταση, σε Αριστοφ.· τῶν πραγμάτων αὐτοῖς ἀντ., σε Δημ.

Russian (Dvoretsky)

ἀντιληπτέον: adj. verb. к ἀντιλαμβάνω.