μηλάτης

From LSJ
Revision as of 18:07, 26 March 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "οῡνται" to "οῦνται")

ὑμῖν ἔξεστι εὐδαίμοσι γενέσθαι → to you it is permitted to be joyful, it is permitted to be happy, it is permitted to be fortunate, vobis licet esse beatis

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μηλάτης Medium diacritics: μηλάτης Low diacritics: μηλάτης Capitals: ΜΗΛΑΤΗΣ
Transliteration A: mēlátēs Transliteration B: mēlatēs Transliteration C: milatis Beta Code: mhla/ths

English (LSJ)

ου, ὁ, A shepherd, Eust.877.50, Zonar.; μηλάταν τὸν ποιμένα Βοιωτοί, and μηλόται· ποιμένες, Hsch.

Greek (Liddell-Scott)

μηλάτης: ὁ, ποιμήν, Ζωναρ. 1357, Εὐστ. 877. 50· μηλάταν (ἢ μηλατὰν) τὸν ποιμένα Βοιωτοί, καὶ μηλόται· ποιμένες Ἡσύχ.

Greek Monolingual

μηλάτης και μηλότης, ὁ (Α)
ο ποιμένας (α. «μηλόται
ποιμένες», Ησύχ.
β. «ποιμένων, οἳ καὶ προβατεῑς καλοῦνται καὶ μηλάται», Ευστάθ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. Ο. τ. μηλ-ότης < μῆλον (II) «κοπάδι, αγέλη ζώων» + κατάλ. -ότης (πρβλ. ιππ-ότης, τοξ-ότης). Το μηλ-άτης έχει προέλθει πιθ. με απλολογία από τ. μηλ-ηλάτης (< μῆλον (II) + -ηλάτης < ἐλαυνω), πρβλ. βοηλάτης.