εὐμεταβλησία

From LSJ
Revision as of 02:00, 30 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")

οὖς ἀκούει καὶ ὀφθαλμὸς ὁρᾷ κυρίου ἔργα καὶ ἀμφότερα → the hearing ear and the seeing eye; the Lord has made both of them

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: εὐμεταβλησία Medium diacritics: εὐμεταβλησία Low diacritics: ευμεταβλησία Capitals: ΕΥΜΕΤΑΒΛΗΣΙΑ
Transliteration A: eumetablēsía Transliteration B: eumetablēsia Transliteration C: evmetavlisia Beta Code: eu)metablhsi/a

English (LSJ)

ἡ, A changeableness, Sch.Th.3.37.

German (Pape)

[Seite 1080] ἡ, Leichtveränderlichkeit, Schol. Thuc. 3, 37.

Greek (Liddell-Scott)

εὐμεταβλησία: ἡ, τὸ εὐμετάβολον, Σχόλ. εἰς Θουκ. 3. 37.

Greek Monolingual

η (Α εὐμεταβλησία) εὐμετάβλητος
η εύκολη μεταβολή, η αστάθεια
νεοελλ.
(μικροβ.) η προσαρμογή τών μικροβίων στις εξωτερικές επιδράσεις, που γίνεται με μεταβολή τών μορφολογικών και βιολογικών γνωρισμάτων τους.