διοσημία

From LSJ
Revision as of 12:50, 14 September 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - " esp. of " to " especially of ")

τὴν ἐρημίαν τῶν κωλυσόντων ὁρῶνseeing that there would be none to hinder him

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: διοσημία Medium diacritics: διοσημία Low diacritics: διοσημία Capitals: ΔΙΟΣΗΜΙΑ
Transliteration A: diosēmía Transliteration B: diosēmia Transliteration C: diosimia Beta Code: dioshmi/a

English (LSJ)

ἡ, a sign from Zeus, an omen from the sky, especially of thunder, lightning, rain, διοσημία 'στί Ar. Ach. 171; pl., Stoic. 2.203, DS. 2.19, Plu. 2.419e, Philostr. VA 2.33, Jul. Or. 7.212b. (Freq. written -εία in codd.)

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
c. διοσημεία.

Spanish (DGE)

-ας, ἡ
• Alolema(s): -σημεία Arat.SHell.89, D.S.17.85, Plu.Aem.3, Paus.3.5.8, Eun.VS 484, Marin.Procl.37, Lyd.Ost.1
señal de Zeus, presagio del cielo esp. ref. a fenómenos atmosféricos como truenos, rayos, lluvia, Ar.Ach.171, D.S.2.19, l.c., ἡ ἀπ' ὀρνίθων καὶ διοσημειῶν ... μαντική Plu.l.c., βρονταὶ καὶ διοσημίαι Plu.Dio 38.1, διοσημίαι τε καὶ σκηπτοί Philostr.VA 2.33, δ. ἢ τῆς γῆς ... σεισμός D.Chr.38.18, cf. D.C.39.39.6, δ. ἐς τὰ μέλλοντα Philostr.Her.41.18, φαμὲν τὸν Δία ὕειν καὶ διοσημίας καλοῦμεν Ach.Tat.Fr.p.83, cf. Plu.Galb.23, 2.419e, Paus.l.c., D.C.38.13.4, 40.17.2, Philostr.VA 8.23, Iul.Or.7.212b, Eun.l.c., Marin.l.c., Lyd.Ost.27, l.c.
Διοσημεῖαι tít. de una parte de los Φαινόμενα de Arato, Arat.l.c.

Greek Monolingual

η (Α)
1. κάθε σημείο που προέρχεται από τον Δία, οιωνός από τον ουρανό, μετεωρολογικό ή ουράνιο φαινόμενο που προαναγγέλλει το μέλλον
2. οιωνός, σημάδι, μήνυμα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < διο- + -σημία < -σημος < σήμα]

Russian (Dvoretsky)

διοσημία: ἡ Arph. = διοσημεία.