κατακαρφής

From LSJ
Revision as of 13:15, 23 August 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")

Μετὰ τὴν δόσιν τάχιστα γηράσκει χάρις → Post munera cito consenescit gratia → Gleich nach der Gabe altert äußerst schnell der Dank

Menander, Monostichoi, 347
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κατακαρφής Medium diacritics: κατακαρφής Low diacritics: κατακαρφής Capitals: ΚΑΤΑΚΑΡΦΗΣ
Transliteration A: katakarphḗs Transliteration B: katakarphēs Transliteration C: katakarfis Beta Code: katakarfh/s

English (LSJ)

ές, A dried, φλοιός (of a turnip) Nic.Fr.70.9.

Greek Monolingual

κατακαρφής, -ές (Α)
(για φλοιό) αποξηραμένος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κατ(α)- + -καρφής (< κάρφος «άχυρο»), πρβλ. α-καρφής].