οὐ μακαριεῖς τὸν γέροντα, καθ' ὅσον γηράσκων τελευτᾷ, ἀλλ' εἰ τοῖς ἀγαθοῖς συμπεπλήρωται· ἕνεκα γὰρ χρόνου πάντες ἐσμὲν ἄωροι → do not count happy the old man who dies in old age, unless he is full of goods; in fact we are all unripe in regards to time
Full diacritics: ἀλιτημοσύνη | Medium diacritics: ἀλιτημοσύνη | Low diacritics: αλιτημοσύνη | Capitals: ΑΛΙΤΗΜΟΣΥΝΗ |
Transliteration A: alitēmosýnē | Transliteration B: alitēmosynē | Transliteration C: alitimosyni | Beta Code: a)lithmosu/nh |
ἡ, A = ἀλίτημα, Orph.A.1318 (pl.).
ἀλῐτημοσύνη: ἡ, = ἀλίτημα, Ὀρφ. Ἀργ. 1315.
(ἀλῐτημοσύνη) -ης, ἡ
• Prosodia: [ᾰ-]
agravio, ofensa τείσεσθαι ... δίκην ἀλιτημοσυνάων Orph.A.1318.
ἀλιτημοσύνη, η (Α) ἀλιτήμων
αμάρτημα, παράπτωμα.