συνανήκω

From LSJ
Revision as of 18:45, 23 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")

τῷ ἄφρονι περιττεύει τὸ πάθος → the stupid man is carried away by passion

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συνανήκω Medium diacritics: συνανήκω Low diacritics: συνανήκω Capitals: ΣΥΝΑΝΗΚΩ
Transliteration A: synanḗkō Transliteration B: synanēkō Transliteration C: synaniko Beta Code: sunanh/kw

English (LSJ)

have reference also to a thing, Phot.Bibl.p.162 B.

Greek (Liddell-Scott)

συνανήκω: ἀνήκω ὁμοίως εἴς τι, παραινέσεις εἰς τὸν πνευματικὸν συνανήκουσαι βίον Φωτ. Βιβλ. 162. 22.

Greek Monolingual

ΝΜ
ανήκω επίσης σε κάποιον ή σε κάτι («παραινέσεις εἰς τὸν πνευματικὸν συνανήκουσαι βίου», Φώτ.).

Greek Monolingual

ΝΜ
ανήκω επίσης σε κάποιον ή σε κάτι («παραινέσεις εἰς τὸν πνευματικὸν συνανήκουσαι βίου», Φώτ.).