μελίτταινα

From LSJ
Revision as of 03:50, 24 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")

μὴ κακὸν εὖ ἔρξῃς· σπείρειν ἴσον ἔστ' ἐνὶ πόντῳ → do no good to a bad man; it is like sowing in the sea

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μελίτταινα Medium diacritics: μελίτταινα Low diacritics: μελίτταινα Capitals: ΜΕΛΙΤΤΑΙΝΑ
Transliteration A: melíttaina Transliteration B: melittaina Transliteration C: melittaina Beta Code: meli/ttaina

English (LSJ)

ἡ, = μελισσοβότανον, Dsc.3.104:—also μελίττ-αιον, τό, Ps.- Dsc.ibid. Cf. μελίκταινα.

German (Pape)

[Seite 125] ἡ, = μελισσοβότανον, Diosc.

Greek (Liddell-Scott)

μελίτταινα: ἡ, = μελισσοβότανον, Διοσκ. 3. 118.

French (Bailly abrégé)

ης (ἡ) :
mélisse, plante.
Étymologie: μέλισσα.

Greek Monolingual

μελίτταινα και ποιητ. τ. μελίκταινα, ἡ (Α)
το μελισσοβότανο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μέλιττα + κατάλ. -αινα (πρβλ. μολύβδαινα, φάλαινα)].