σπαραγματώδης

From LSJ
Revision as of 08:59, 2 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")

νόησε δὲ δῖος Ὀδυσσεὺς σαίνοντάς τε κύνας, περί τε κτύπος ἦλθε ποδοῖινgodly Odysseus heard the fawning of dogs, and on top of that came the beat of two feet

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σπαραγμᾰτώδης Medium diacritics: σπαραγματώδης Low diacritics: σπαραγματώδης Capitals: ΣΠΑΡΑΓΜΑΤΩΔΗΣ
Transliteration A: sparagmatṓdēs Transliteration B: sparagmatōdēs Transliteration C: sparagmatodis Beta Code: sparagmatw/dhs

English (LSJ)

ες, convulsive, Plu.2.130d.

German (Pape)

[Seite 916] ες, krampfhaft, -artig, κραυγή, Plut. de sanit. tuenda p. 392.

French (Bailly abrégé)

ης, ες:
déchirant, convulsif.
Étymologie: σπάραγμα, -ωδης.

Greek (Liddell-Scott)

σπᾰραγμᾰτώδης: -ες, (εἶδος) σπασμώδης, ὁμοιάζων μὲ σπαραγμόν, κραυγὴ Πλούτ. 2. 130D.

Greek Monolingual

-ῶδες, Α σπάραγμα, -άγματος]
ο όμοιος με σπάραγμα ή αυτός που προκαλεί σπαραγμό.

Russian (Dvoretsky)

σπᾰραγμᾰτώδης: прерывистый, судорожный (κραυγή Plut.).