ἀπείκασμα
From LSJ
ὑμῖν ἔξεστι εὐδαίμοσι γενέσθαι → to you it is permitted to be joyful, it is permitted to be happy, it is permitted to be fortunate, vobis licet esse beatis
English (LSJ)
ατος, τό, copy, representation, Pl.Cra.402d, 420c.
Spanish (DGE)
-ματος, τό
1 representación, descripción τὸ γὰρ διαττώμενον καὶ τὸ ἠθούμενον πηγῆς ἀ. ἐστιν las palabras δ. y ἠ. son descripciones (fónicas) de «fuente» Pl.Cra.402d, cf. 420c.
2 imagen ζῴων LXX Sap.13.10.
German (Pape)
[Seite 283] τό, Abbild, Plat. Crat. 402 d 420 c.
Greek (Liddell-Scott)
ἀπείκασμα: -ατος, τὸ, ὁμοίωμα, πηγῆς ἀπείκασμα Πλάτω. Κρατ. 402D, 420C, «ἀπεικάσματα· ὁμοιώματα» Ἡσύχ.
Greek Monolingual
το (Α ἀπείκασμα)
νεοελλ.
1. εικασία
2. αντίληψη, νόηση
αρχ.
αναπαράσταση, ομοίωμα.
Russian (Dvoretsky)
ἀπείκασμα: ατος τό отображение, образ Plat.