νέῳ δὲ σιγᾶν μᾶλλον ἢ λαλεῖν πρέπει → it's fitting for a young man to keep silence rather than to speak (Menander)
α, ον :de Trézène ; οἱ Τροιζήνιοι les habitants de Trézène.Étymologie: Τροιζήν.
Τροιζήνιος, η, ον, Ευρ.; φεμ. Τροιζηνίς, ίδος,of Troezen, οἱ Τροιζήνιοι the people of Troezen, Hdt.