τυκτά
ἀλλ’ οὔτε πολλὰ τραύματ’ ἐν στέρνοις λαβὼν θνῄσκει τις, εἰ μὴ τέρμα συντρέχοι βίου, οὔτ’ ἐν στέγῃ τις ἥμενος παρ’ ἑστίᾳ φεύγει τι μᾶλλον τὸν πεπρωμένον μόρον → But a man will not die, even though he has been wounded repeatedly in the chest, should the appointed end of his life not have caught up with him; nor can one who sits beside his hearth at home escape his destined death any the more
English (LSJ)
a Persian word, which Hdt. (9.110) translates by τέλειον δεῖπνον βασιλήϊον.
French (Bailly abrégé)
achevé, accompli, somptueux (festin).
Étymologie: mot perse.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
τυκτά Perzisch, indecl. tykta (koninklijke maaltijd).
Russian (Dvoretsky)
τυκτά: (перс. tacht = греч. τέλειον δεῖπνον βασιλήϊον) парадный царский пир Her.
Greek Monolingual
Α
(κατά τον Ηρόδ.) «τέλειον δεῖπνον βασιλήϊον».
[ΕΤΥΜΟΛ. Λ. περσ. προέλευσης].
Greek Monotonic
τυκτά: περσική λέξη (tacht), την οποία ο Ηρόδ. ερμηνεύει δια του τέλειον δεῖπνον βασιλήιον.
Greek (Liddell-Scott)
τυκτά: Περσικὴ λέξις (tacht), ἣν ὁ Ἡρόδ. 6. 110 ἑρμηνεύει διὰ τοῦ τέλειον δεῖπνον βασιλήιον.
Middle Liddell
[a Persian word
a Persian word (tacht), which Hdt. translates by τέλειον δεῖπνον βασιλήιον.