κακόθρους

From LSJ
Revision as of 16:54, 24 November 2022 by Spiros (talk | contribs) (pape replacement)

Εἰ μὴ φυλάσσεις μίκρ', ἀπολεῖς τὰ μείζονα → Maiora perdes, minima ni servaveris → Wer Kleines nicht erhält, verliert das Größre auch

Menander, Monostichoi, 172
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κακόθρους Medium diacritics: κακόθρους Low diacritics: κακόθρους Capitals: ΚΑΚΟΘΡΟΥΣ
Transliteration A: kakóthrous Transliteration B: kakothrous Transliteration C: kakothrous Beta Code: kako/qrous

English (LSJ)

-ουν, contr. for κακόθροος.

French (Bailly abrégé)

ους, ουν :
att. c. κακόθροος.

Greek Monolingual

κακόθρους, -ουν και -οος, -οον (Α)
αυτός που ακούγεται ή που μιλά άσχημα, υβριστικός, ονειδιστικόςκακόθρους λόγος», Σοφ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < κακ(ο)- + -θρους (< θροῦς), πρβλ. ηδύθρους, πολύθρους].

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

κακόθρους -ουν, zonder contr. κακόθροος -οον [κακός, θρέομαι] kwaadsprekend.

Middle Liddell

κᾰκό-θρους, ουν
evil-speaking, slanderous, Soph.

German (Pape)

zusammengezogen aus κακόθροος.