ἐκσμάω
From LSJ
Σοφία δὲ πλούτου κτῆμα τιμιώτερον → Pretiosior res opipus est sapientia → Die Weisheit ist mehr wert als Säcke voller Geld
English (LSJ)
wipe out, τὰ ποτήρια Hdt.3.148.
Spanish (DGE)
limpiar, pulir ἐξέσμων αὐτά (τὰ ποτήρια) Hdt.3.148.
German (Pape)
[Seite 778] (s. σμάω), aus-, abwischen; τὰ ποτήρια ἐξέσμων Her. 3, 148.
French (Bailly abrégé)
-ῶ :
essuyer des vases.
Étymologie: ἐκ, σμάω.
Russian (Dvoretsky)
ἐκσμάω: вытирать (τὰ ποτήρια θεράποντες ἐξέσμων Her.).
Greek (Liddell-Scott)
ἐκσμάω: ἐκσμήχω, σπογγίζω, ἐξέσμων ποτήρια Ἡρόδ. 3. 148· «ἐξέσμων· ἔσμηχον· καὶ ἔσμων δὲ τὸ αὐτὸ» Ἡσύχ.
Greek Monolingual
ἐκσμάω (Α)
σφουγγίζω, ξεπλένω, εξαλείφω («οἱ θεράποντες αὐτοῦ ἐξέσμων αὐτά [τὰ ποτήρια]», Ηροδ.).
Greek Monotonic
ἐκσμάω: σφουγγίζω, σκουπίζω καθαρά, σε Ηρόδ.