ἀνταυγία
From LSJ
ὡς τρὶς ἂν παρ' ἀσπίδα στῆναι θέλοιμ' ἂν μᾶλλον ἢ τεκεῖν ἅπαξ → I would rather stand three times with a shield in battle than give birth once
English (LSJ)
v. ἀνταύγεια.
Spanish (DGE)
ἀνταύγεια, -ας, ἡ
• Alolema(s): tb. ἀνταυγία Hp.Hebd.1.52
reflejo luminoso, resplandor τῆς γῆς Pythag.B 36, de la luna, Plu.2.921a, Hp.l.c., ἡλίου Onas.29.2, Ascl.Tact.12.10, τῆς χιόνος D.S.17.82
•brillo, color vivo (λαγοί) διωκώμενοι δέ εἰσι κατάδηλοι μάλιστα ... ἐὰν ἔχωσι ἔνιον ἐρύθημα ... διὰ τὴν ἀνταύγειαν X.Cyn.5.18
•de una piedra preciosa, Epiph.Const.Gemm.M.43.296D.
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
réflexion de la lumière, reflet.
Étymologie: ἀνταυγής.
Greek Monolingual
η (Α ἀνταύγεια και ἀνταυγία) ανταυγής
αντιφέγγισμα, λάμψη.
Russian (Dvoretsky)
ἀνταύγεια: ἡ отражение света; отсвечивание, отблеск Xen., Plut., Diod.