πενταχοίνικος
From LSJ
Ὅστις γὰρ ἐν πολλοῖσιν ὡς ἐγὼ κακοῖς ζῇ, πῶς ὅδ' Οὐχὶ κατθανὼν κέρδος φέρει; → For one who lives amidst such evils as I do, how could it not be best to die?
English (LSJ)
ον, containing five χοίνικες, Poll.4.168.
Greek (Liddell-Scott)
πενταχοίνῐκος: -ον, ὁ χωρῶν πέντε χοίνικας, «μέτρων δὲ ὀνόματα μέδιμνος, …, χοῖνιξ, τριχοίνικον, πενταχοίνικον» κτλ. Πολυδ. Δ΄, 168.
Greek Monolingual
-ον, Α
αυτός που έχει χωρητικότητα πέντε χοινίκων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πεντα- + -χοίνικος (< χοῖνιξ, -ικος), πρβλ. τρι-χοίνικος].