οκταετηρίδα

From LSJ
Revision as of 12:08, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (28)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

τῶν δ᾿ ἄλλων τῶν νοσηματικῶν ἧττον μετέχουσιν αἱ γυναῖκες → apart from this one, women are less troubled by maladies

Source

Greek Monolingual

η (Α ὀκταετηρίς και ὀκτωετηρίς, -ίδος)
χρονικό διάστημα που απαρτίζεται από οκτώ χρόνια, οκταετία
νεοελλ.
η όγδοη επέτειος
αρχ.
αστρον. ημερολογιακό σύστημα που χρησιμοποιήθηκε στην αρχαία Ελλάδα από τον 6ο π.Χ. αιώνα και κατά το οποίο παρεμβάλλονταν ανά οκταετία τρεις μήνες για να καλύπτεται η διαφορά ανάμεσα στο σεληνιακό και στο ηλιακό έτος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὀκτα- (βλ. λ. οκτώ) + -ετηρίς (< ἐτήρ), πρβλ. δεκα-ετηρίς].