ἐπιθυμόδειπνος

From LSJ
Revision as of 17:20, 8 January 2023 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - ":<br />][[" to ":<br />[[")

τίς τὸν πλανήτην Οἰδίπουν καθ' ἡμέραν τὴν νῦν σπανιστοῖς δέξεται δωρήμασιν → who on this day shall receive Oedipus the wanderer with scanty gifts

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐπιθῡμόδειπνος Medium diacritics: ἐπιθυμόδειπνος Low diacritics: επιθυμόδειπνος Capitals: ΕΠΙΘΥΜΟΔΕΙΠΝΟΣ
Transliteration A: epithymódeipnos Transliteration B: epithymodeipnos Transliteration C: epithymodeipnos Beta Code: e)piqumo/deipnos

English (LSJ)

ον, eager for dinner, Plu.2.726a.

German (Pape)

[Seite 944] nach der Mahlzeit verlangend, nach Plut. Symp. 8, 6, 1 οἱ ὀψὲ παραγινόμενοι ἐπὶ δεῖπνον.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
qui désire souper.
Étymologie: ἐπιθυμέω, δεῖπνον.

Greek Monolingual

ἐπιθυμόδειπνος, -ον (Α)
αυτός που του αρέσει να παρακάθεται σε δείπνα, ο πρόθυμος για δείπνα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < επιθυμώ + δείπνος].

Russian (Dvoretsky)

ἐπιθῡμόδειπνος: ирон. у которого только обед на уме Plut.