οὐλοφόνον
From LSJ
Ζευχθεὶς γάμοισιν οὐκέτ' ἔστ' ἐλεύθερος → Haud liber ultra est, nuptiae quem vinciunt → Wer durch der Ehe Joch vereint, ist nicht mehr frei
English (LSJ)
τό, a plant, = χαμαιλέων μέλας (black chameleon, Cardopatium corymbosum), Dsc.3.9, cf. Nic.Al. 280 (v.l.).
Greek Monolingual
οὐλοφόνον, τὸ (Α)
το ποώδες φυτό που είναι γνωστό με τη λόγια ονομασία χαμαιλέων ο μέλας. βλ. ουλοφόνος.