ταυραφέτης

From LSJ
Revision as of 14:55, 11 May 2023 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\])\]" to "πρβλ. $2$4]")

Λιμὸς μέγιστον ἄλγος ἀνθρώποις ἔφυ → Inter dolores maximum humanos fames → Der Hunger ist den Menschen allergrößter Schmerz

Menander, Monostichoi, 320
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ταυραφέτης Medium diacritics: ταυραφέτης Low diacritics: ταυραφέτης Capitals: ΤΑΥΡΑΦΕΤΗΣ
Transliteration A: tauraphétēs Transliteration B: tauraphetēs Transliteration C: tavrafetis Beta Code: taurafe/ths

English (LSJ)

ου, ὁ, the one who releases the bull at a bull-fight, LW499 (Caryanda).

Greek Monolingual

ὁ, Α·1.ο προμηθευτής ταύρων για τους αγώνες τών ταυροκαθαψίων
2. αυτός που εξαπέλυε τους ταύρους οι οποίοι επρόκειτο να αγωνιστούν και μοίραζε στους παρισταμένους τις σάρκες ταύρου που είχε θανατωθεί στους αγώνες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ταῦρος + ἀφέτης (< ἀφίημι), πρβλ. γαστραφέτης].