ἐγχειβρόμος
From LSJ
Πολλοὺς τρέφειν εἴωθε τἀδικήματα → Multos consuevit alere iniuria et nefas → Gar viele sind's, die Unrechttun zu nähren pflegt
English (LSJ)
ον, thundering with the spear, κόρα Pi.O.7.43.
Spanish (DGE)
-ον
que hace resonar la lanza κόρα epít. de Atenea, Pi.O.7.43.
German (Pape)
[Seite 712] κόρη, Athene, mit dem Speer rasselnd, Pind. Ol. 7, 43.
Russian (Dvoretsky)
ἐγχειβρόμος: гремящий своим копьем (κόρα = Ἀθήνη Pind.).
Greek (Liddell-Scott)
ἐγχειβρόμος: -ον, περὶ τῆς Ἀθηνᾶς, ἡ διὰ τοῦ ἔγχους βροντὴν ποιοῦσα, Πινδ. Ο. 7. 78.
Greek Monolingual
ἐγχειβρόμος, -ον (Α)
επίθετο της Αθηνάς με το βροντερό έγχος.