μνησιστέφανος

From LSJ
Revision as of 14:40, 3 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")

Θεὸν σέβου καὶ πάντα πράξεις εὐθέως (ἐνθέως) → Verehre Gott und alles schaffst du auf der Stell (gotterfüllt) → Verehre Gott, sogleich hast du durchweg Erfolg

Menander, Monostichoi, 229
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μνησῐστέφᾰνος Medium diacritics: μνησιστέφανος Low diacritics: μνησιστέφανος Capitals: ΜΝΗΣΙΣΤΕΦΑΝΟΣ
Transliteration A: mnēsistéphanos Transliteration B: mnēsistephanos Transliteration C: mnisistefanos Beta Code: mnhsiste/fanos

English (LSJ)

ον, wooing crowns, ἀγών Pi.Fr.19.

German (Pape)

[Seite 195] ἀγών, des Kranzes gedenkend, der die Belohnung des Kampfes ist, Pind. bei Eust.

Russian (Dvoretsky)

μνησιστέφᾰνος: притязающий на венок, ведущийся из-за венка (ἀγών Pind.).

Greek (Liddell-Scott)

μνησιστέφᾰνος: -ον, ὁ ἔχων ἐν τῷ τοὺς στεφάνους, δηλ. ὁ περὶ στεφάνων, ἀγὼν Πίνδ. παρ’ Εὐστ. ἐν Πονηματ. 56. 22.

Greek Monolingual

μνησιστέφανος, -ον (ΑΜ)
αυτός που σκέπτεται τα στεφάνια της νίκης στους αγώνες («καὶ ἀγῶνα δὲ μνησιστέφανον», Ευστ. Ποντ.)
[ΕΤΥΜΟΛ. < μνησι-, σύνθ. του τύπου τερψίμβροτος (βλ. μιμνήσκω) + στέφανος.