ἀγκύριον
Ῥῦσέ με δεινῶν νοσημάτων, ἱερώτατε, ἱερωσύνην συναρμόσας ἐν χαρᾷ και ἐπιστήμης τὸ πολύτιμον κεφάλαιον → Deliver me from grievous afflictions, most holy one, joining sanctity together in joy with the precious fountainhead of knowledge
English (LSJ)
τό, small anchor, Dim. of ἄγκυρα, Ph.Bel.100.34, Plu.2.604d, Arr. Epict.30, Demoph.Sim.45, Luc.Cat.1.
II ἀγκύρια (sc. πείσματα), τά, anchor cables, D.S.14.73.
Spanish (DGE)
-ου, τό
1 pequeña ancla Plu.2.604d, Arr.Epict.Fr.30, Demoph.Sim.45 (p.487), Luc.Cat.1.
2 cuerda, cable del ancla D.S.14.73, SB 16491.12, 19 (VIII d.C.), ἀγκύ(ρια) λ(ε)πτὰ σιβέ(νινα) CPR 22.43.17, cf. PLond.1433.163, 1434.151 (ambos VIII d.C.).
German (Pape)
[Seite 16] τό, kleiner Anker, Luc. – Bei Diod. 14, 73 sind τὰ ἀγκύρια Ankertaue, sc. σχοινία.
French (Bailly abrégé)
ου (τό) :
dim. de ἄγκυρα.
Greek Monotonic
ἀγκύριον: τό, υποκορ. του ἄγκῡρα, σε Λουκ.
Russian (Dvoretsky)
ἀγκύριον: τό небольшой якорь Luc.