λιμνομάχης

From LSJ
Revision as of 11:19, 25 August 2023 by Spiros (talk | contribs) (LSJ1 replacement)

Ἔστιν τὸ τολμᾶν, ὦ φίλ', ἀνδρὸς οὐ σοφοῦ → Amice, non sapientis es res temeritasLeichtsinn, mein Freund, passt nicht zu einem weisen Mann

Menander, Monostichoi, 175
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: λιμνομάχης Medium diacritics: λιμνομάχης Low diacritics: λιμνομάχης Capitals: ΛΙΜΝΟΜΑΧΗΣ
Transliteration A: limnomáchēs Transliteration B: limnomachēs Transliteration C: limnomachis Beta Code: limnoma/xhs

English (LSJ)

[ᾰ], ου, ὁ, candidate for the prize at the Lenaea, v. λίμνη II.1, Hsch.

German (Pape)

[Seite 48] bei den Spielen in den λίμναι (s. nom. pr.) Kämpfender, Hesych.

Greek Monolingual

λιμνομάχης, ὁ (Α)
(κατά τον Ησύχ.) ο υποψήφιος κατά τους αγώνες που γίνονταν στο Λήναιον, δίπλα στην Ακρόπολη τών Αθηνών, στην περιοχή Λίμναι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < Λίμναι + -μάχης (< μάχομαι), πρβλ. θηριομάχης, μονομάχης].