τελάρχης
From LSJ
κρατίστην εἶναι δημοκρατίαν τὴν μήτε πλουσίους ἄγαν μήτε πένητας ἔχουσαν πολίτας → the best democracy is that in which the citizens are neither very rich nor very poor (Thales/Plutarch)
English (LSJ)
ου, ὁ,
A commander of a τέλος (signf. 1.10b), Ascl.Tact.2.10, Ael.Tact.9.7: v.l. τελεάρχης in Ael.l c.
German (Pape)
[Seite 1084] ὁ, der Anführer einer bestimmten Anzahl von Kriegern, s. τελεάρχης.