φέως
From LSJ
ποταμῷ γὰρ οὐκ ἔστιν ἐμβῆναι δὶς τῷ αὐτῷ → it is impossible to step twice in the same river, you cannot step twice into the same rivers
English (LSJ)
ω, ὁ,
A = στοιβή, Poterium spinosum, Thphr.HP6.1.3.
German (Pape)
[Seite 1267] ω, ὁ, eine stachlige Pflanze, poterium spinosum Linn., auch στοίβη genannt, Theophr.
Greek (Liddell-Scott)
φέως: -ω, ὁ, φυτόν τι ἀκανθῶδες, Λατ. pheos, Poterium spinosum, Θεοφρ. περὶ Φυτ. Ἱστ. 6. 1, 3· πρβλ. στοιβή.