Ὁ δὲ μὴ δυνάμενος κοινωνεῖν ἢ μηδὲν δεόμενος δι' αὐτάρκειαν οὐθὲν μέρος πόλεως, ὥστε ἢ θηρίον ἢ θεός → Whoever is incapable of associating, or has no need to because of self-sufficiency, is no part of a state; so he is either a beast or a god
ἀντιδιηγοῡμαι (-έομαι) (Α)
1. διηγούμαι κάτι διαφορετικά από κάποιον άλλο
2. διηγούμαι κι εγώ με τη σειρά μου.