κατάκτρια
From LSJ
πενία μόνα τὰς τέχνας ἐγείρει → poverty alone promotes skilled work, necessity is the mother of invention, necessity is the mother of all invention, poverty is the mother of invention, out of necessity comes invention, out of necessity came invention, frugality is the mother of invention
English (LSJ)
ἡ,
A spinning woman (κατάγω 1.5), Hsch.
German (Pape)
[Seite 1357] ἡ, fem. zu κατάκτης, die Herabführende, von der Spinnerinn, Hesych.
Greek (Liddell-Scott)
κατάκτρια: ἡ, γυνὴ ἡ κατάγουσα τὸ νῆμα, ἡ νήθουσα (πρβλ. κατάγω Ι. 4)· ἐπὶ τῆς ἐριουργοῦ, Ἡσύχ.
Greek Monolingual
κατάκτρια, ἡ (Α)
γυναίκα που γνέθει το νήμα, που στρίβει το αδράχτι και κατεβάζει την κλωστή προς τα κάτω.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κατάγ-ω με σημ. «κλώθω»].