Ὄττω τις ἔραται → Whatever one loves best | Whom you desire most
και κουτσομπολιάζωσυζητώ και επικρίνω ή διαδίδω, συνήθως κακόβουλα, υποθέσεις τρίτων, κακογλωσσεύω, κακολογώ.[ΕΤΥΜΟΛ. βλ. κουτσομπολιάζω].