ζέσιν τοῦ περὶ καρδίαν αἵματος καὶ θερμοῦ → surging of the blood and heat round the heart
(AM ἀστειεύομαι)μιλώ με τρόπο αστείο και ευχάριστο, όχι σοβαράνεοελλ.φρ. αστειεύεσαιφανερώνει έντονη άρνηση ή κατάφασηαρχ.μιλώ ή γράφω με εξυπνάδα και πειστικότητα.