κατὰ τὸν αὑτοῦ δαίμονα βιοῦν → live under the direction of his own guiding spirit
εὖχος, (-εος και -ους, το, ποιητ. τ. (Α)) εύχομαι1. αυτό που εύχεται κάποιος για τον εαυτό του, το ποθούμενο2. αυτό για το οποίο καυχιέται κάποιος, το καύχημα3. αφιέρωμα, προσφορά, τάξιμο.