Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

σανίδι

From LSJ
Revision as of 12:27, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (36)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Ἔοικα γοῦν τούτου γε σμικρῷ τινι αὐτῷ τούτῳ σοφώτερος εἶναι, ὅτι ἃ μὴ οἶδα οὐδὲ οἴομαι εἰδέναι → I seem, then, in just this little thing to be wiser than this man at any rate, that what I do not know I do not think I know either

Plato, Apology 21d

Greek Monolingual

το / σανίδιον, ΝΜΑ, και σανίδιν Μ σανίς, -ίδος]
νεοελλ.
1. η σανίδα
2. συνεκδ. η σκηνή του θεάτρου («βγήκε πολύ μικρή στο σανίδι»)
μσν.
συνεκδ. μικρό τραπέζι τεχνίτη από σανίδες, μικρός πάγκος από σανίδες
αρχ.
(με υποκορ. σημ.)
1. μικρός δίσκος ή μικρή σανίδα
2. μικρό κάθισμα
3. πίνακας για την καταγραφή επίσημων πράξεων
4. μικρή σχίζα.