Μή, φίλα ψυχά, βίον ἀθάνατον σπεῦδε, τὰν δ' ἔμπρακτον ἄντλει μαχανάν → Oh! my soul do not aspire to eternal life, but exhaust the limits of the possible
το, Ν
βοτ.
1. κοινή ονομασία τών ειδών φτέρης που ανήκουν στο γένος σκολοπένδριο, κν. σπληνόχορτο
2. κοινή ονομασία του είδους αγγειόσπερμων δικότυλων φυτών Teucrium polium του γένους τεύκριο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σπλήνα + βότανο].