υπερφαλαγγίζω
From LSJ
Ὕπνος δὲ πάσης ἐστὶν ὑγίεια νόσου → Sopor est hominibus ipsa vitae sanitas → Genesung bringt von jeder Krankheit tiefer Schlaf
Greek Monolingual
Ν
1. επεκτείνω το μέτωπο της παράταξής μου ώστε να κυκλώσω τα άκρα της εχθρικής παράταξης
2. περικυκλώνω
3. μτφ. υπερβαίνω, ξεπερνώ, παρακάμπτω.
[ΕΤΥΜΟΛ. Άλλος τ. του υπερφαλαγγώ, κατά τα ρ. σε -ίζω].