τετραξός

From LSJ
Revision as of 12:57, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (41)

διάνοια, ἐὰν ἐρευνᾷς τοὺς ἱεροφαντηθέντας λόγους μὲν θεοῦ, νόμους δὲ ἀνθρώπων θεοφιλῶν, οὐδὲν ταπεινὸν οὐδ᾽ ἀνάξιον τοῦ μεγέθους αὐτῶν ἀναγκασθήσῃ παραδέχεσθαι → if, O my understanding, thou searchest on this wise into the oracles which are both words of God and laws given by men whom God loves, thou shalt not be compelled to admit anything base or unworthy of their dignity

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τετραξός Medium diacritics: τετραξός Low diacritics: τετραξός Capitals: ΤΕΤΡΑΞΟΣ
Transliteration A: tetraxós Transliteration B: tetraxos Transliteration C: tetraksos Beta Code: tetraco/s

English (LSJ)

ή, όν,

   A fourfold, γραμμαὶ τετραξαί four sets of lines, Arist. Metaph.1076b32.

German (Pape)

[Seite 1098] vierfach, Arist. metaph. 12, 2, 7.

Greek (Liddell-Scott)

τετραξός: -ή, -όν, τετραπλοῦς, γραμμαὶ τετραξαί, στιγμαὶ δὲ πενταξαὶ Ἀριστ. Μετὰ τὰ Φυσ. 12. 2, 7.

Greek Monolingual

-ή, -όν, Α
τετραπλός («γραμμαὶ τετραξαί» — τέσσερεις σειρές γραμμών, Αριστοτ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < τετρα- (βλ. λ. τέσσερεις + επίθημα -ξός, μέσω αμάρτυρου τ. τετραχθjος < επίρρ. τετραχθά (πρβλ. δι-ξός < διχθjος < διχθά)].