ἀπορραντήριον

From LSJ
Revision as of 19:52, 30 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (3)

Μετὰ δικαίου ἀεὶ διατριβὰς ποιοῦ (Μετὰ δικαίωντὰς διατριβὰς ποιοῦ) → Cum iustis semper versare in eodem loco → Mit den Gerechten pflege Umgang immerfort

Menander, Monostichoi, 367
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀπορραντήριον Medium diacritics: ἀπορραντήριον Low diacritics: απορραντήριον Capitals: ΑΠΟΡΡΑΝΤΗΡΙΟΝ
Transliteration A: aporrantḗrion Transliteration B: aporrantērion Transliteration C: aporrantirion Beta Code: a)porranth/rion

English (LSJ)

τό, (ἀπορραίνω)

   A a vessel for sprinkling with holy water, E.Ion435, IG1.143, al.

Greek (Liddell-Scott)

ἀπορραντήριον: τό, (ἀπορραίνω) ἀγγεῖον πρὸς ῥαντισμὸν ἡγιασμένου ὕδατος, Εὐρ. Ἴων 435, Συλλογ. Ἐπιγρ. 137, 10, 141.

French (Bailly abrégé)

ου (τό) :
vase d’eau lustrale.
Étymologie: ἀπορραίνω.

Spanish (DGE)

-ου, τό
aspersorio para el agua sagrada E.Io 435, ἀ. ἀργυρōν IG 13.317.5, 318.13, 319.19, 320.27 (V a.C.).

Greek Monolingual

ἀπορραντήριον, το (Α)
αγγείο που χρησιμοποιείται για ράντισμα με αγιασμένο νερό.

Greek Monotonic

ἀπορραντήριον: τό (ἀπορραίνω), αγγείο που χρησιμοποιείται για τον ραντισμό με αγιασμένο νερό, σε Ευρ.