ἐνδεχομένως
Οὐ γὰρ ἀργίας ὤνιον ἡ ὑγίεια καὶ ἀπραξίας, ἅ γε δὴ μέγιστα κακῶν ταῖς νόσοις πρόσεστι, καὶ οὐδὲν διαφέρει τοῦ τὰ ὄμματα τῷ μὴ διαβλέπειν καὶ τὴν φωνὴν τῷ μὴ φθέγγεσθαι φυλάττοντος ὁ τὴν ὑγίειαν ἀχρηστίᾳ καὶ ἡσυχίᾳ σῴζειν οἰόμενος → For health is not to be purchased by idleness and inactivity, which are the greatest evils attendant on sickness, and the man who thinks to conserve his health by uselessness and ease does not differ from him who guards his eyes by not seeing, and his voice by not speaking
English (LSJ)
Adv. of foreg.,
A = ὅσον ἐνδέχεται, Decr. ap. D.18.165, Plb.1.20.4, al., D.S.20.26, LXX 2 Ma.13.26, etc.; ὡς ἐ. PPetr.2p.53; ἀντέγραψεν ἐ. to the best of his ability, Aristeas 41.
German (Pape)
[Seite 833] nach Möglichkeit; Dem. 18, 165 im Psephisma; Pol. 21, 9, 3 u. oft, wie a. Sp.
Greek (Liddell-Scott)
ἐνδεχομένως: ἐπίρρ. τοῦ προηγουμ. = ὅσον ἐνδέχεται, Λατ. quantum fieri possit, ψήφισμ. παρὰ Δημ. 283. 5, Πολύβ. 1. 20, 4, κτλ.
French (Bailly abrégé)
adv.
autant qu’il est possible.
Étymologie: ἐνδέχομαι.
Spanish (DGE)
adv. sobre part. pres. de ἐνδέχομαι
1 lo mejor posible
a) de la mejor manera posible ὅπως ἐ. ὁ δῆμος βουλεύσηται Decr. en D.18.165, cf. Plb.4.60.6, ἀπελογήσατο ἐ. habló en su defensa lo mejor que supo LXX 2Ma.13.26, cf. D.S.14.110, ἐδόκουν ἐ. χειρίζειν τὰ κατὰ τὴν Σικελίαν Plb.1.20.4, cf. D.S.19.83, ἀντέγραψεν ἐ. ταῦτα contestó de la manera más adecuada lo que sigue Aristeas 41;
b) hasta donde es posible, cuanto sea posible καλῶς οὖν ποιήσεις φροντίσας ὡς ἐ. περὶ αὐτόν PPetr.2.15.3.4 (III a.C.), πάντα δ' ἐ. αὐτοῦ ποιοῦντος pero aunque hacía todo lo que estaba en su mano D.S.20.26, op. ἀναγκαίως ‘necesariamente’, Euagr.Pont.Schol.Pr.194.6, Gnost.33.
2 de modo contingente, como posibilidad ἐ. καὶ ὁπότερα ἔτυχε op. καθ' εἱμαρμένην Eus.PE 6.9.25, cf. Basil.M.29.684B, κίνησις παντὶ ἀνθρώπῳ ἐ. ὑπάρχει Them.in APr.19.31, cf. in de An.6.25.
Greek Monolingual
(AM ἐνδεχομένως)
επίρρ. κατ' ακολουθίαν, πιθανώς.
Greek Monotonic
ἐνδεχομένως: επίρρ. του προηγ., όσο είναι πιθανόν, παρά Δημ.
Russian (Dvoretsky)
ἐνδεχομένως: насколько возможно, в меру возможности Dem., Polyb.