ἁπάντῃ

From LSJ
Revision as of 15:30, 9 January 2019 by Spiros (talk | contribs) (1a)

τὸ γὰρ εὖ πράττειν παρὰ τὴν ἀξίαν ἀφορμὴ τοῦ κακῶς φρονεῖν τοῖς ἀνοήτοις γίγνεται → undeserved success engenders folly in unbalanced minds

Source

German (Pape)

[Seite 278] in allen Richtungen, κύκλῳ ἁπάντῃ, rings im Kreise, Od. 8, 278; nach allen Seiten hin, Il. 7, 183. 186; – auch: auf alle Weise.

Greek (Liddell-Scott)

ἁπάντῃ: ἐπίρρ. (ἅπας) πανταχοῦ, χέε δέσματα κύκλῳ ἁπάντῃ, ὁλόγυρα. Ὀδ. Θ. 278· κῆρυξ δὲ φέρων ἀν’ ὅμιλον ἁπάντῃ δεῖξε (ἐνν. τὸν κλῆρον) Ἰλ. Η. 183, πρβλ. 186· ἁπ. πλανώμενος Πλάτ. Νόμ. 752Α.

French (Bailly abrégé)

adv.
partout, de tous côtés.
Étymologie: cf. πάντῃ.

English (Autenrieth)

on every side.

Spanish (DGE)

• Alolema(s): ἁπάντη Hes.Th.524, PHamb.22.5 (IV d.C.)
adv. por todas partes, en todos los sentidos φέρων ἀν' ὅμιλον ἁ. Il.7.183, 186, χέε δέσματα κύκλῳ ἁ. Od.8.278, ἧπαρ ... ἁέξετο ἶσον ἁ. Hes.l.c., πλανώμενος ... ἁ. Pl.Lg.752a
fig. τῖσον ἁ. ἐχθροὺς ἡμετέρους PHamb.l.c.

Greek Monotonic

ἁπάντῃ: επίρρ. (ἅπας), παντού, σε Όμηρ.

Russian (Dvoretsky)

ἁπάντῃ: adv. (по)всюду Hom., Hes., Plat.

Middle Liddell

ἅπας
everywhere, Hom.